Συγχρονες προσεγγισεις στο ιστορικο υλικο της Δημοτικης Πινακοθηκης Μηθυμνας

Παρασκευή 28 Μαΐου 2010

Ιστορικό υπόβαθρο

Το 1959, ο Μιχαήλ Γούτος δίνει την πρώτη του διάλεξη στην ιστορική λέσχη του Μολύβου (Μήθυμνα) με τον τίτλο «Κοινωνικός Τουρισμός και Μήθυμνα».
Μέχρι τότε, έχει διατελέσει Προϊστάμενος του Ανωτάτου Συμβουλίου Οικονομίας με ειδίκευση σε θέματα κοινωνικής πολιτικής, έχει συγγράψει και εκδώσει δοκίμια και μελέτες σε σχέση με ζητήματα ανεργίας, εργατικού δικαίου και κοινωνικής ασφάλισης, έχει δώσει διαλέξεις σε πανεπιστήμια της Βιέννης και του Βερολίνου. Το 1956 ιδρύει το Εθνικό Συμβούλιο Κοινωνικής Πρόνοιας με μέλη όλους σχεδόν τους φορείς και τις προσωπικότητες που ασχολούνται στην Ελλάδα με την κοινωνική πρόνοια και παραμένει Πρόεδρός του για χρόνια.

Ο Μόλυβος τη δεκαετία του ΄50 αντιμετωπίζει μεγάλα και δυσεπίλυτα προβλήματα με πρώτο και κύριο το μεταναστευτικό. Ο Μ. Γούτος συλλαμβάνει ένα ιδιαίτερο σχέδιο για να βοηθήσει τον τόπο καταγωγής του. Υπόσχεται ότι με τη συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως των κατοίκων στο σχέδιό του και χωρίς καμία κρατική ενίσχυση, θα αυξηθεί το οικονομικό αλλά και το κοινωνικό και το πολιτιστικό τους επίπεδο. Οι κάτοικοι είναι αρχικά δύσπιστοι, πράγματι το σχέδιό του διαθέτει μια χροιά ουτοπική, συναινούν όμως και συστήνεται η «Εταιρία Κοινωνικής Ανάπτυξης», μια εταιρία λαϊκής βάσης, από μετόχους Μολυβιάτες και άλλους Λέσβιους με σκοπό την αγορά κατάλληλης έκτασης για την ανέγερση του πρώτου ξενοδοχείου στο Μόλυβο (Δελφίνια 1) και τη μετέπειτα τουριστική ανάπτυξη ολόκληρης της Λέσβου. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα τουριστικά αναπτυξιακά μοντέλα στον Ελλαδικό χώρο.

Στην εξυπηρέτηση αυτού του σχεδιασμού, ο Γούτος θα διαθέσει όλες του τις γνωριμίες. Το πάθος και η πίστη του για την πραγμάτωση του οραματισμού του, οι διαλέξεις και οι συνεντεύξεις σε διεθνή έντυπα, όπου αναπτύσσει το σχεδιασμό του για το Μόλυβο, κάνουν τη φήμη του τόπου να εξαπλωθεί στο εξωτερικό. Ο Μόλυβος προβάλλεται ως τόπος αμόλυντος ακόμα από τα δεινά της αστικής ζωής και των ρυθμών της, ως παραδοσιακός οικισμός με πλούσια φυσική ομορφιά και αγνό λαϊκό πληθυσμό.
Έλληνες και ξένοι δημοσιογράφοι, πολιτικοί, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, αρχιτέκτονες και επιχειρηματίες συρρέουν στο Μόλυβο. Οι Σφαέλλος, Μυλωνάς, Δοξιάδης και Πικιώνης προσκαλούνται για να προσφέρουν τη γνώση τους στο σχεδιασμό και την ανεύρεση του χώρου του ξενοδοχείου. Επιλέγεται η πρόταση του Πικιώνη που ενσωματώνει το παραδοσιακό οίκημα (Κούλα) στο νεο ξενοδοχείο.

O Γούτος δίνει συνεντεύξεις στους Τάιμς του Λονδίνου, και σε γαλλικά περιοδικά. Ξένοι συγγραφείς αναγνωρίζουν το Μόλυβο ως «το μέρος όπου η ευτυχία υπάρχει». Έρχονται οι Καμί, Τσάπλιν, Μπέργκμαν, Κόκοσκα. Ο τελευταίος προτείνει την ίδρυση μιας θερινής Ακαδημίας Καλων Τεχνών. Η θερινή Ακαδημία οργανώνεται και λειτουργεί από το 1961 έως το 1964 σε συνεργασία με την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, υπό τους Κ.Γραμματόπουλο και Γ.Παπαδάκη. Πρόκειται για το σημερινό σταθμό της Σχολής Καλών Τεχνών, στο αρχοντικό του Κράλλη. Κατά τη λειτουργία της σχολής πλήθος καλλιτεχνών φιλοξενούνται στο Μόλυβο, μεταξύ των οποίων οι Ζίμμερ, Κουτ, Φριμάχερ, Ντάντλευ, αλλά και ο Τσαρούχης, καθώς και ο Σπύρος Βασιλείου και ο Γραμματόπουλος με τους μαθητές τους. Ο Σπύρος Βασιλείου φιλοτεχνεί το νέο ξενοδοχείο.
Τα Δελφίνια ξεκινούν τη λειτουργία τους το 1961. Δύο χρόνια αργότερα, οι μετοχές θα εξαγοραστούν από την Τουριστική Εταιρία Λέσβου, στης οποία την κυριότητα ανήκουν μέχρι σήμερα.

Στην Ελλάδα, τη δεκαετία του 1950 παράλληλα με το κύμα μαζικής μετανάστευσης που ερημώνει την επαρχία, το φαινόμενο του τουρισμού κάνει δειλά την εμφάνισή του στα ελληνικά νησιά. Ο «κοινωνικός τουρισμός» του Γούτου, δεν έχει τίποτα να κάνει (όπως από τότε επεσήμαινε) με τον τουρισμό της Κοινωνικής Πρόνοιας. Αντίθετα, πρόκειται μάλλον για ό,τι σήμερα ονομάζουμε «πολιτιστικό τουρισμό». Ο Γούτος προβάλλει το Μόλυβο, ως τόπο αγνής φιλοξενίας, έναν τόπο όπου ο επισκέπτης θα έχει την ευκαιρία να γνωριστεί με την κουλτούρα μιας ιδιαίτερα προικισμένης πολιτισμικά περιοχής, που κρατάει τις παραδόσεις αναλλοίωτες και όπου η τοπική χειροτεχνία, τα έθιμα και ο πλούτος του φυσικού τοπίου διαμορφώνουν ένα χαρακτήρα αρμονικό και άκρως ελκυστικό προς τον πολίτη των μεγαλουπόλεων. Σημαντικό ρόλο στην προβολή του τόπου, αλλά και του όλου εγχειρήματος, διαδραμάτισε η εκεί πρόσκληση σε επιφανείς ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών από τον ελλαδικό και διεθνή χώρο.

Πενήντα χρόνια μετά, θεωρούμε σκόπιμο να ανατρέξουμε στη συγκεκριμένη διάλεξη, στις αρχές και τους σκοπούς του «κοινωνικού πειράματος», προκειμένου να στοχαστούμε πάνω σε θέματα και επίκαιρες πρακτικές, που στόχο έχουν τόσο την έρευνα πάνω στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη ενός τόπου, όσο και τη «συνάντηση» του τόπου αυτού με την τέχνη και τις πολιτισμικές πρακτικές.